Ετικέτες

Η στράτευση του ήχου και της εικόνας στον πόλεμο του 1940

Πρόλογος 

Αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου, επιστρατεύτηκαν πολλοί άντρες ηθοποιοί και τραγουδιστές. Απέμειναν λοιπόν πίσω κυρίως άντρες μεγαλύτερης ηλικίας και φυσικά γυναίκες που σύντομα συνειδητοποίησαν ότι το ρεπερτόριό τους αυτές τις ώρες δεν μπορούσε να αγνοήσει την επικαιρότητα. Έτσι λοιπόν σύσσωμο το ελληνικό θέατρο και το ελληνικό τραγούδι έδωσε το «παρών» σε κείνη την ιδιαίτερη στιγμή της ελληνικής ιστορίας. Από την δικιά της μεριά η εικόνα υπηρέτησε τον πόλεμο μέσα από την ζωγραφική και την φωτογραφία.

Το Ελαφρό Τραγούδι
Το Ελαφρό Τραγούδι για τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο, βασίστηκε κυρίως σε διασκευές παλαιότερων τραγουδιών και στη φωνή της Σοφίας Βέμπο της τραγουδίστριας της Νίκης, όπως ονομάστηκε.
Το ελαφρό τραγούδι, ενισχυμένο και με στοιχεία από τις πολεμικές επιθεωρήσεις του θεάτρου της εποχής εκείνης, εκμεταλλεύτηκε περισσότερο από το ρεμπέτικο και το λαϊκό τις σατυρικές δυνατότητες του θέματος.
Ωστόσο, γνώρισε πολύ μεγαλύτερη δόξα, γιατί τότε μέσα από το ραδιόφωνο, που το άκουγαν ακόμα κι οι φαντάροι μας στο μέτωπο, προβάλλονταν μόνο τα ελαφρά τραγούδια του Πολέμου, ενώ τα λαϊκά και ρεμπέτικα, πάνω στο ίδιο θέμα, πέρασαν σε δεύτερη μοίρα ή στην αφάνεια λόγω της έλλειψης προβολής τους.
Αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά σε τέσσερα τραγούδια τα οποία κουβαλούν μια ιδιαίτερη ιστορία το καθένα.
Το τραγούδι μας <<χωρίζει ο πόλεμος>> των Κ. Κοφινιώτη - Μ. Σουγιούλ,  ο Μιχάλης Σουγιούλ το συνέθεσε στο φυλάκιο που υπηρετούσε την εποχή εκείνη και το μαθαίνει στη Βέμπο από το τηλέφωνο, με το ακκορντεόν του!
Το τραγούδι <<παιδιά, της Ελλάδος παιδιά>> των Μ. Τραϊφόρου - Μ. Σουγιούλ γράφτηκε πάνω στο σκοπό του ανατολίτικου «Ζεχρά», των ιδίων δημιουργών. 
Πρωτοτραγουδήθηκε από τη Βέμπο, από τη σκηνή του θεάτρου και μάλιστα από το χαρτί, το ίδιο βράδυ που γράφτηκε, μπροστά ένα κοινό που παραληρούσε από ενθουσιασμό και συγκίνηση, και που το μεγαλύτερο μέρος αποτελούνταν από τους πρώτους τραυματίες που είχαν έρθει από το μέτωπο.
Το <<άρχισε ο χειμώνας>> των Μ. Τραϊφόρου - Μ. Σουγιούλ, με το τραγούδι αυτό η Βέμπο, γύριζε όλα τα θέατρα της Αθήνας και το τραγουδούσε, διακόπτοντας την παιζόμενη παράσταση, με σκοπό να συγκεντρωθούν χρήματα για την οργάνωση <<Η φανέλλα του στρατιώτη>>.
Το <<κορόιδο Μουσολίνι. >> το σουξέ της εποχής που και για τους περισσότερους από μας είναι άρρηκτα δεμένο, από τα σχολικά μας χρόνια και την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940. Αυτό ίσως που δεν γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος, είναι πως το πασίγνωστο τραγούδι «Κορόιδο Μουσολίνι», δεν είναι ελληνικό, αλλά ιταλικό. Ο κονφερασιέ και στιχουργός Γιώργος Οικονομίδης πήρε ένα πολύ γνωστό ιταλικό τραγούδι, το «Reginella-campagnolla» και πάνω στη μουσική του (που είχε γράψει ο Eldo Di Lazzaro) προσάρμοσε ελληνικούς στίχους με σατιρικό για τους Ιταλούς μήνυμα.
Η τραγική ειρωνεία της ιστορίας είναι πως ένα δημοφιλές τραγούδι των Ιταλών έγινε αιτία ανύψωσης του ηθικού των Ελλήνων στρατιωτών.

Το ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι
Με το ξέσπασμα του πολέμου του 1940, το ρεμπέτικο τραγούδι συσστρατεύτηκε κι’ αυτό στον κοινό αγώνα για την ανύψωση του ηθικού των Ελλήνων στο μέτωπο και στα μετόπισθεν. Μερικά απ΄ αυτά τα ρεμπέτικα τραγούδια γράφτηκαν εκείνες τις μέρες και συνήθως είχαν ένα σατιρικό ύφος, αλλά πάλι ανήκαν στην κατηγορία των χασικλίδικων και αντικαταστάθηκαν οι στίχοι τους από σατυρικούς για τους Ιταλούς εισβολείς στίχους ή κι από στίχους καθαρά πατριωτικού περιεχομένου.
Κυρίαρχες μορφές λαϊκών δημιουργών της πολεμικής περιόδου 1940 - 41, της συγκεκριμένης θεματολογίας, είναι οι Μάρκος Βαμβακάρης, Απόστολος Χατζηχρήστος, Σπύρος Περιστέρης και Παναγιώτης Τούντας.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα τραγούδια που περιγράφονται στη συνεχεία.
Τραγουδήθηκαν από τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον Απόστολο Χατζηχρήστο τα εξης:
Το «γειά σας φανταράκια μας» το οποίο ήταν διασκευή του τραγουδιού του Μάρκου Βαμβακάρη «καραντουζένι».
Πάνω στο τραγούδι «ο γρουσούζης» του Μάρκου Βαμβακάρη ο ίδιος και ο Γιώργος Φωτίδας, έστησαν μια αντιμουσολινική παρωδία.
Πάνω στη μελωδία του τραγουδιού του Παναγιώτη Τούντα «Βαρβάρα», ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης έβαλε τους στίχους του την παρωδία «Άκου Ντούτσε μου τα νέα», τραγουδήθηκε από τον Στελλιο Περπινιάδη.
Ο Δημήτρης Γκόγκος (ή Μπαγιαντέρας), γράφει και τραγουδάει «τους κενταύρους δεν φοβάμαι». Κένταυρος, ήταν το όνομα της 131ης μεραρχίας των Ιταλών.
 Ο Γιώργος Παπασιδέρης και ο Δημήτρης Σέμσης έγραψαν το τραγούδι «το κόλπο σου δεν έπιασε»,όπου περιγράφεται ο ενθουσιασμός για τις νίκες μας στην Αλβανία.Το τραγουδά ο Γιώργος Παπασιδέρης.
Το τραγούδι «την Αλβανία ξέγραψε» ήταν διασκευή του τραγουδιού «Μαρία Μανταλένα» από τους ίδιους  τους δημιουργούς του Μίνωα Μάτσα και ο Σπύρο Περιστέρη. Οι ίδιοι δημιουργοί έγραψαν «το όνειρο του Μπενίτο» πάνω στο τραγούδι τους «ο Αντώνης, ο βαρκάρης»

Το Δημοτικό τραγούδι
Το Δημοτικό τραγούδι υπηρέτησε κι’ αυτό την θητεία του στον πόλεμο. Από την έρευνα μπόρεσα και βρήκα έξι, τα παρακάτω:
Στη Δόλια τη Χιμάρα (Κλέφτικο) του Χρήστου Κοντόπουλου.Ψηλά στο Τεπελένι (Συρτό), των Δημήτρηη Μπενέτου και Γιώργος Ανεστόπουλου.Ο Μόραβας ,το Πόγραδετς, (Κλέφτικο), της Γεωργία Μηττάκη και Γ.Ανεστόπουλου.Και σεις βουνά της Κορυτσάς (Τσάμικο), Μέρα και νύχτα με το ντουφέκι, Με δόξα να γυρίσεις, των Γ. Παπασιδέρη και Γ. Ανεστόπουλου.

Το θέατρο στον πόλεμο του '40
Με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, όλα τα μουσικά θέατρα της Αθήνας και αργότερα πολλά απ' τα θέατρα και της πρόζας ανεβάζουν πολεμικές επιθεωρήσεις. Το ελληνικό θέατρο επιστρατεύτηκε στην υπηρεσία της μαχόμενης πατρίδας. Οι πρώτες παρωδίες ξεκινάνε από τις σκηνές των θεάτρων, τραγουδισμένες από τα πρώτα ονόματα καλλιτεχνών εκείνης της εποχής. Στον αγώνα μπαίνουν και θίασοι πρόζας, ανεβάζοντας πολεμικές σάτυρες.
Τα περισσότερα θέατρα αρχίζουν να παίζουν στις 2 Νοεμβρίου με καλυμμένα τα εξωτερικά τους φώτα «δια κυανού χάρτου»,συνεχίζουν για λίγες μέρες το ρεπερτόριό τους αλλά σύντομα ανεβάζουν όλα πολεμικές επιθεωρήσεις.
Αξίζουν αναφοράς, το θρυλικό Μπράβο Κολονέλλο των Αλέκου Σακελλάριου-Χρήστου Γιαννακόπουλου (από κάποιους θεωρείται ως η καλύτερη πολεμική επιθεώρηση που ανέβηκε εκείνο τον χειμώνα) και αργότερα το Φινίτο Μουσολίνι των ιδίων συγγραφέων. Ο θίασος της Μαρίκας Κοτοπούλη στο Ρεξ άναβιώνει τα Πολεμικά Παναθήναια (που είχαν ανέβει στους Βαλκανικούς πολέμους) στα οποία προστίθενται επίκαιρα νούμερα. Ο θίασος της κυρίας Κατερίνας ανεβάζει τις Πολεμικές Καντρίλιες. Στο θέατρο Ολύμπια ανεβαίνει η επιθεώρηση Μάρε Νόστρουμ των Δημήτρη Χρονόπουλου και Χρήστου Χαιρόπουλου.Στο «Αλάμπρα» ανεβαίνει η Πολεμική σπίθα. Στο θέατρο «Μοντιάλ» ανεβαίνει η Πολεμική επιθεώρηση που έγραψαν οι Γιώργος Θίσβιος, Δημήτρης Ευαγγελίδης, Αλέκος Σακελλάριος και Μίμης Τραϊφόρος οπου παιζουν και τραγουδούν  η Σοφία Βέμπο και η Ρένα Βλαχοπούλου.

Η ζωγραφική
Από τους ζωγραφους που ξεχώρισαν πάνω στο θέμα του έπους του 1940 ήταν δυο, ο Αλέξανδρος Δ. Αλεξανδράκης και ο Ουμβέρτος Σ. Αργυρός
Ο Αλέξανδρος Δ. Αλεξανδράκης (Αθήνα, 1913 –1968) ήταν Έλληνας ζωγράφος, που έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό από τις ιδιαιτέρως δυναμικές απεικονίσεις του Ελληνοϊταλικού Πολέμου του 1940. Στον πόλεμο του 1940, ο ζωγράφος και οι πέντε αδελφοί του επιστρατεύτηκαν. Υπηρέτησε στα βουνά της Ηπείρου ως δεκανέας του πυροβολικού και τις εντυπώσεις του τις αποτύπωσε σε μία σειρά σκίτσων και ελαιογραφιών που έγιναν ευρέως γνωστές στο κοινό, μιας και ανατυπώθηκαν σε αφίσες και χρησιμοποιήθηκαν σε πάμπολλες σχολικές εορτές. Περίπου εκατό έργα του από τον πόλεμο δημοσιεύθηκαν μεταπολεμικά σε ένα λεύκωμα με τίτλο Έτσι πολεμούσαμε(1968).
Ο Ουμβέρτος Σ. Αργυρός (1882 ή 1884 – Αθήνα, 1963) ήταν Έλληνας ιμπρεσιονιστής ζωγράφος.Γεννήθηκε στην Καβάλα ενώ η οικογένεια του καταγόταν από τη Νιγρίτα. Σπούδασε από το 1900 ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, έλαβε εντολή από την κυβέρνηση Μεταξά να πάει στο μέτωπο ως επίσημος πολεμικός εικονογράφος, μαζί με τον γλύπτη Φωκίωνα Ρωκ. Από την επίσκεψή του στο μέτωπο, δημιούργησε 32 πίνακες που απεικονίζουν το Έπος του 1940 και που σήμερα στολίζουν το Πολεμικό Μουσείο της Αθήνας.
Την τιμητική τους είχαν και οι γελοιογράφοι μας, που έδιναν το στίγμα της εποχής με δύναμη και αστείρευτο χιούμορ συμβάλλοντας στην αναθάρρυση του ελληνικού λαού.
Το χιούμορ και η γελοιοποίηση του αντιπάλου, υπήρξαν τότε από τα ισχυρά όπλα στον ψυχολογικό πόλεμο, που ελάμβανε χώρα μετά την 28η Οκτωβρίου του 1940 στα μετόπισθεν της πολεμικής αναμέτρησης. 
Οι γελοιογραφίες που δημοσιεύτηκαν την εποχή εκείνη της πολεμικής αναμέτρησης με τους Ιταλούς είναι  κυρίως του Φωκίωνα Δημητριάδη, αλλά και των Μπέζου, Ν. Καστανάκη, Νομικού και Σταμάτη Πολενάκη. 
Επίσης πολλοί ζωγράφοι και χαράκτες φιλοτέχνησαν σχέδια και αφίσες του ηρωικού έπους, με στόχο την εμψύχωση του ελληνικού στρατού και λαού. 
Ορισμένα από τα έργα αυτά δημιουργήθηκαν από τους Κώστα Γραμματόπουλο, Γιώργο Γουναρόπουλο, Βάσω Κατράκη και Τάσσο.

Η φωτογραφία
Μια σπουδαία θέση στο έπος του ’40 κατέχουν και οι φωτογραφίες που μιλάνε με τον δικό τους τρόπο. Φωτογραφίες των στρατιωτών όταν έφευγαν για τον πόλεμο. Φωτογραφίες από την επιστράτευση, από τις πορείες, από τις ανάπαυλες, από τα πρόχειρα εστιατόρια, φωτογραφίες των πρώτων Ιταλών αιχμαλώτων, φωτογραφίες των ηρωικών γυναικών που μετέφεραν πολεμοφόδια και εφόδια Σπουδαίες, σπουδαιότατες και σπάνιες φωτογραφίες όλων αυτών των γεγονότων, έχουν αφήσει οι φωτογράφοι Δημήτρης Χαρισιάδης, ως φωτογράφος που ακολουθούσε τους στρατιώτες, και η Βούλα Παπαϊωάννου της οποίας οι φωτογραφίες αποτυπώνουν την κατάσταση που επικρατούσε σε Αθήνα – Πειραιά, τόσο στις πρώτες μέρες του πολέμου, όσο και στη διάρκεια της κατοχής.
Ο Δ. Χαρισιάδης  (1911 - 1993) Γόνος αστικής οικογένειας από την Καβάλα.Σπούδασε Χημεία στη Λωζάνη, ενώ η φωτογραφία από νωρίς τράβηξε το ενδιαφέρον του.Αφετηρία της φωτογραφικής του πορείας αποτέλεσε το αλβανικό μέτωπο (1940), όταν ο Χαρισιάδης, ως έφεδρος αξιωματικός και επίσημος φωτογράφος του στρατού, απαθανάτισε τη ζωή των στρατιωτών και την επέλαση της ελληνικής στρατιάς στη Βόρεια Ήπειρο. Από τις φωτογραφίες του φαίνεται καθαρά ότι η φωτογραφική μηχανή του είναι προέκταση της σκέψης και της κρίσης του. Η ευαισθησία του στον ανθρώπινο πόνο είναι ξεκάθαρη.
Η Βούλα Παπαϊωάννου μυήθηκε στην τέχνη της φωτογραφίας στα μισά της δεκαετίας του 1930 ασκούμενη κατ’ αρχάς με επιτυχία σε λήψεις τοπίου, μνημείων και αρχαιολογικών εκθεμάτων.Στροφή στην πορεία του έργου της αποτέλεσε η κήρυξη του πολέμου του '40 και ιδιαίτερα τα δεινά του άμαχου πληθυσμού της Αθήνας, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, που ενεργοποίησαν την κοινωνική συνείδηση της φωτογράφου. Έγινε μάρτυρας στον αποχαιρετισμό των στρατευμένων, στις ετοιμασίες της πόλης για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών και στη φροντίδα των πρώτων τραυματιών.

Επίλογος
Αντί επιλόγου θα παραθέσω μια δήλωση της Σοφίας Βέμπου η οποία αποτελεί μνημείο σεμνότητας και οριοθέτησης της τιμής που πρέπει να απονέμεται στην κάθε προσφορά.
Σ’ εκείνο τον πόλεμο όλοι έδωσαν τη ζωή τους. Τα πόδια τους, τα μάτια τους, τα χέρια τους, την υγειά τους. Εγώ τι έδωσα; Τη φωνή μου, που καλή ή κακή, την έχω ακόμα ακέραιη και ζωντανή. Δεν μου χρωστάει λοιπόν τίποτα ούτε το ελαφρό τραγούδι, ούτε η Ελλάδα. Εγώ τους χρωστάω τα πάντα, γιατί αυτά με κάνανε Βέμπο.

Βιβλιογραφία – πηγές πληροφόρησης
https://el.wikipedia.org
http://www.artlessons.gr
http://www.afirimeno.com
http://www.ert-archives.gr
http://sarantakos.com/istoria/campagnola.html
http://vembosofia.blogspot.gr/p/blog-page_16.html
http://vlahopoulou.blogspot.com/2008/10/40.html#ixzz3oIf2ODwJ
http://www.news.gr/ellada/koinonia/article/186258/tragoydia-toy-40-to-koroido-moysolini-htan-ita.html
http://www.kathimerini.gr/502233/article/epikairothta/ellada/o-polemos-toy-1940-sta-metopis8en
http://www.thespro.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=4918:-----40---&catid=56:2013-03-03-16-19-09&Itemid=80
Η επιθεώρηση 1940-41, Βιργινίας Φωτιάδου, μεταπτυχιακή διατριβή, Τμήμα Φιλολογίας, Α.Π.Θ. 1992.
Η αντίσταση στον κατακτητή σηκώνει αυλαία, Δηώς Καγγελάρη,Βήμα ,29 Οκτ. 2000.
                                                                                     
 ΣΗΜ.: ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΤΗΝ 26η ΟΚΤ 2015 ΣΤΗΝ ΤΡΙΚΑΛΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ.
         Κώστας Πουλιανίτης

Δεν υπάρχουν σχόλια: